Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις εργασιακές σχέσεις στη χώρα μας και ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώνονται στην πράξη οι μισθοί αποτελούν τα μεγαλύτερα εμπόδια στην όποια προσπάθεια ανάκτησης της χαμένης μας ανταγωνιστικότητας. Η τριμερής επιτροπή εντόπισε δύο σημαντικά ζητήματα τα οποία και έθεσε στο Μνημόνιο: την σύνδεση της αμοιβής με την παραγωγικότητα και την άρση της κατάφωρης αδικίας που συνεπάγεται η μεγάλη διαφορά αποζημίωσης μισθωτών και ημερομισθίων με την εξίσωσή τους. Η προστασία που απολαμβάνει η εργασία σήμερα, όποτε δεν είναι θεωρητική, λειτουργεί σαν το τείχος του Βερολίνου επί Ανατολικής Γερμανίας. Οι εντός του τείχους απολαμβάνουν σοβαρά προνόμια αλλά για τους εκτός είναι ιδιαίτερα δύσκολο, εάν όχι αδύνατον να το περάσουν. Βέβαια η προστασία της εργασίας στην Ελλάδα αφορά μόνο τις μεγαλύτερες και οργανωμένες επιχειρήσεις αφού οι ελεγκτικές αρχές του κράτους είτε κάνουν σκόπιμα τα «στραβά μάτια» όπως π.χ. στην περίπτωση των κατά κανόνα παρανόμων εργατών που ασχολούνται με την συγκομιδή αγροτικών προϊόντων είτε αποφεύγουν τις κακοτοπιές μη ελέγχοντας περιοχές των μεγάλων αστικών κέντρων όπου η παρουσία τους εγκυμονεί κινδύνους για την ίδια τη σωματική τους ακεραιότητα. Έτσι οι όποιοι έλεγχοι εντοπίζονται σε επώνυμες επιχειρήσεις, πολυκαταστήματα και γενικότερα μεγάλες μονάδες ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι το ίδιο το κράτος δεν μπορεί να ελέγξει τον εαυτό του. Τον περασμένο μήνα ένας παράνομος μετανάστης ο οποίος εργαζόταν παρανόμως την Κυριακή βρήκε το θάνατο πέφτοντας από μια σκαλωσιά ενώ καθάριζε κτίριο του Υπουργείου Εργασίας! Οι επιχειρήσεις που λειτουργούν νομίμως, πέραν του ότι αντιμετωπίζουν τον αθέμιτο ανταγωνισμό όσων λειτουργούν παρανόμως, είναι αντιμέτωπες και με ένα ιδιαίτερα ανελαστικό θεσμικό πλαίσιο. Το γεγονός ότι τόσο ο μισθός όσο και η αποζημίωση συνδέονται με τα χρόνια εργασίας του υπαλλήλου δημιουργούν συνθήκες ομηρίας για τον εργοδότη και αφαιρούν κάθε κίνητρο απόδοσης για τον εργαζόμενο, ο οποίος γνωρίζει ότι όσο μεγαλώνει ηλικιακά θα αυξάνεται ο μισθός του, ασχέτως της προσφοράς του στην επιχείρηση. Η άποψη ότι όσο αυξάνει η προϋπηρεσία τόσο παραγωγικότερος γίνεται ένας εργαζόμενος, στην οποία στηρίχθηκαν οι διεκδικήσεις των περίφημων «ωριμάνσεων», δεν ισχύει στην πράξη. Μια γαζώτρια χρειάζεται περίπου έξι μήνες για να φθάσει σε ένα καλό επίπεδο παραγωγικότητας το οποίο μάλιστα μετά από κάποια ηλικία βαίνει μειούμενο λόγω κόπωσης, μείωσης της οπτικής οξύτητας κλπ. Το κόστος όμως μιας 18χρονης γαζώτριας (εάν υπήρχε τέτοιο είδος) είναι το μισό αυτού μιας 60χρονης η οποία παράγει το ίδιο, ίσως δε και λιγότερο. Ακόμη και σε θέσεις γραφείου η καμπύλη εμπειρίας αυξάνεται ραγδαία κατά το πρώτο δωδεκάμηνο και πολύ αργά, η και καθόλου μετά από αυτό. Μ’ άλλα λόγια δώδεκα χρόνια εμπειρίας στην ίδια θέση είναι στην πραγματικότητα ένας χρόνος εμπειρία επί δώδεκα φορές. Το γεγονός όμως ότι η αμοιβή της εργασίας έχει στην πράξη αποσυνδεθεί από την αξία που έχει αυτή για την επιχείρηση, οδηγεί σε σημαντικές στρεβλώσεις αφού ο μεγαλύτερος σε ηλικία εργαζόμενος καρπώνεται τους κόπους του νεώτερου. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την σημαντική κάμψη της παραγωγικότητας αφού κανείς δεν αμείβεται τελικώς ανάλογα με το αποτέλεσμα της προσπάθειάς του. Η ταυτόχρονη αδυναμία καταγγελίας, από πλευράς επιχείρησης, της σύμβασης ενός μη αποδοτικού εργαζόμενου με πολλά χρόνια υπηρεσίας λόγω των απαγορευτικών αποζημιώσεων και των περιορισμών που ισχύουν, οδηγεί σε μία ιδιότυπη ομηρία η οποία απειλεί την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και καταβαραθρώνει την ανταγωνιστικότητα. Δουλειά των κοινωνικών εταίρων είναι να συμφωνήσουν σε έναν βασικό μισθό για τους νεοεισερχόμενους και μόνο, με τους μισθούς να διαμορφώνονται ελεύθερα σε οποιοδήποτε επίπεδο πάνω από αυτόν ασχέτως ηλικίας, ειδικότητας, θέσης ή προϋπηρεσίας. Οι δε αποζημιώσεις των μισθωτών να εξισωθούν, όπως προέβλεπε και το πρώτο μνημόνιο, με αυτές των ημερομισθίων ώστε να αποκτήσει η αγορά εργασίας κινητικότητα, χωρίς την οποία δεν πρόκειται ποτέ να γίνουμε ανταγωνιστικοί και να ανακτήσουμε την ικανότητα παραγωγής πλούτου. Γιατί μέχρι σήμερα ασχολούμαστε κυρίως με το πως θα μοιράσουμε τον πλούτο και όχι με το πως θα τον δημιουργήσουμε. Μοιράζοντας όμως αντ΄ αυτού επί δεκαετίες δανεικά φθάσαμε στο άθλιο χάλι στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα. Και από το οποίο μόνο με δουλειά και ριζική αλλαγή νοοτροπίας μπορούμε να ξεφύγουμε.
Βασίλης Μασσέλος
Tuesday, February 08, 2011
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment