Sunday, November 10, 2013

Τα μαγαζιά θέλουν κράτος διαιτητή και όχι παιδονόμο

Εάν η κα Πόπη, ιδιοκτήτρια καταστήματος υποδημάτων στον Κολωνό, θέλει να κάνει εκπτώσεις στην πραμάτεια της, εκτός των θεσμοθετημένων περιόδων, τυπικά πρέπει υποβάλλει αίτημα στο Παρατηρητήριο Τιμών της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή για “διενέργεια δεκαημέρου προσφορών” συνοδευόμενο από αναλυτικό κατάλογο ειδών. Αυτά δεν πρέπει να ξεπερνούν το 50% των κωδικών που διατίθενται στο μαγαζί γιατί αλλιώς θεωρούνται “εκπτώσεις” και απαγορεύονται. Εάν όμως η συμπαθής καταστηματάρχης του παραδείγματός μας αποφασίσει να πουλάει φθηνότερα μειώνοντας τις τιμές, τότε είναι απολύτως νόμιμη αρκεί να μην χρησιμοποιεί την κακή λέξη “έκπτωση” ή “προσφορά” δεδομένου ότι οι τιμές στην Ελλάδα υποχρεωτικά διαμορφώνονται ελεύθερα και ανεξάρτητα από κάθε επιχείριση. Αυτό αποτελεί βασικό κανόνα της κοινοτικής και ως εκ τούτου εθνικής μας νομοθεσίας, στόχος της οποίας είναι να διασφαλίσει την ελευθερία του καταναλωτή να επιλέγει, συνήθως την φθηνότερη, μεταξύ περισσότερων ανταγωνιστικών τιμών για το ίδιο προϊόν. 

Το άνοιγμα των καταστημάτων την περασμένη Κυριακή και οι νεοπαγείς νοεμβριανές εκπτώσεις αποτέλεσαν αντικείμενο πλείστων σχολίων και δηλώσεων, κινούμενων, σε μεγάλο βαθμό, εκτός θέματος. Κανείς δεν αναρωτήθηκε κατά πόσον είναι δουλειά του το κράτους να ασχολείται με το πότε η κα Πόπη θα σηματοδοτήσει στους πελάτες της ότι μείωσε τις τιμές ή με το εάν θα ανοίξει το μαγαζί της την Κυριακή. Κανείς δεν αναρωτήθηκε εάν έχει νόημα ο φορολογούμενος να καλύπτει το κόστος των δημοσίων υπαλλήλων που χειρίζονται τις αιτήσεις για “δεκαήμερα προσφορών” και πραγματοποιούν ελέγχους συμμόρφωσης. Γιατί, δεδομένου ότι η ελεύθερη διαμόρφωση των τιμών αποτελεί ταυτόχρονα δικαίωμα και υποχρέωση κάθε επιχείρησης, μια που η συνεννόηση με άλλες επιχειρήσεις για τον άτυπο καθορισμό των τιμών είναι παράνομη, δεν υπάρχει η αντίστοιχη ελευθερία στη διενέργεια εκπτώσεων;


“Πολύ κακό για το τίποτα” θα έλεγε ο Βάρδος αφού το Υπουργείο Ανάπτυξης και οι Περιφέρειες διενεργούν, ευτυχώς, απειροελάχιστους ελέγχους. Επειδή η φύση απεχθάνεται το κενό, σε ορισμένες περιοχές μάλιστα, κάποιοι καλοθελητές από τους τοπικούς εμπορικούς συλλόγους προχωρούσαν σε “συστάσεις” σε καταστήματα που συνέχιζαν “παρανόμως” τις θερινές εκπτώσεις. Στην πράξη όμως η παραλυτική ύφεση και ο δραματικός περιορισμός της αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή σε συνδυασμό με την απουσία ελέγχων έχει φέρει τα περισσότερα σημεία πώλησης σε καθεστώς εκπτώσεων καθ’όλη τη διάρκεια του χρόνου.

Το θέμα της λειτουργίας των καταστημάτων λιανικής τις Κυριακές είναι πιο σύνθετο. Σε αντίθεση με αυτά που ακούστηκαν, για τα μικρά καταστήματα είναι μάλλον ευκαιρία παρά απειλή. Το κόστος λειτουργίας τους είναι χαμηλότερο τις Κυριακές, αφού συνήθως δεν απασχολούν προσωπικό, ενώ τίποτε δεν εμποδίζει τους ιδιοκτήτες τους να ξεκουραστούν π.χ. τη Δευτέρα η οποία παραδοσιακά είναι μέρα με χαμηλό τζίρο. Η συμπεριφορά του καταναλωτή και η ζήτηση είναι αυτά που θα διαμορφώσουν τελικά τα ωράρια όταν αποφασίσει το Υπουργείο να σταματήσει να μπλέκεται στα πόδια μας, πάντα βεβαίως “για το καλό μας”.

Το κακό εν προκειμένω είναι ότι το κράτος στην Ελλάδα ασχολείται με αυτά που δεν πρέπει και σπανίως με αυτά που πρέπει. Ένα καίριο ζήτημα, για παράδειγμα, είναι τα τεράστια καταστήματα και εμπορικά κέντρα που βρίσκονται εκτός του αστικού ιστού. Αυτά επιβαρύνουν το περιβάλλον, λόγω των ενεργειακών τους αναγκών και των μετακινήσεων των πελατών τους για μεγαλύτερες αποστάσεις, οδηγούν στην γκετοποίηση του κέντρου και σε άνιση κατανομή του εισοδήματος σε σχέση με τα μικρά εμπορικά καταστήματα. Αντί λοιπόν το Υπουργείο Ανάπτυξης να ασχολείται με το εάν η κυρία Πόπη μπορεί να κάνει εκπτώσεις (πράγμα που έκανε και θα κάνει έτσι αλλιώς, ασχέτως των όποιων ρυθμίσεων) οφείλει να εξασφαλίζει αυτό που οι Αγγλοσάξονες αποκαλούν “level playing field”, δηλαδή την ισότητα και τη δικαιοσύνη στην αγορά. Έτσι μόνο απορία προκαλεί το γεγονός ότι τα μεγάλα εμπορικά κέντρα αντί να επιβαρύνονται λόγω των προαναφερθέντων αρνητικών επιπτώσεών τους, επιδοτούνται φορολογικά εις βάρος των “μικρών”.

“Ας ευλογεί ο θεός τον Τσάρο και ας τον κρατά μακριά από εμάς” λέει ο Ραβίνος στον "Βιολιστή στη στέγη”. Έχουν περάσει περισσότερα από εκατό χρόνια αφότου γράφτηκαν οι ιστορίες στις οποίες βασίστηκε το επιτυχημένο μιούζικαλ και στη σύγχρονη (ο θεός να την κάνει) Ελλάδα δεν έχουμε ακόμη χωνέψει ότι ο ρόλος του κράτους στην αγορά πρέπει είναι αυτός του ενάρετου διαιτητή και όχι του κομπλεξικού παιδονόμου. 

*δημοσιεύθηκε το "Κ" της Καθημερινής στις 10.11.2013