Saturday, April 27, 2013

Δικαίωμα στην αξιοπρέπεια ή στην επιδίωξη αυτής;

Χθες βρέθηκα στα γραφεία της Εμπορική Τράπεζας επί της Πλατείας Κλαυθμώνος την ίδια στιγμή με τους διαμαρτυρόμενους συμβασιούχους που θα εθίγοντο από την τροπολογία που ο ανεκδιήγητος Υπουργός Ρουπακιώτης αποκάλεσε «τερατούργημα» (στην προκειμένη περίπτωση ισχύει το “speak for yourself”). Το δικό μου γραφείο βρίσκεται στην άλλη πλευρά της πλατείας αλλά πλέον προστατεύεται ηχητικά από το, αισθητικής χιτλερικού μπούνκερ, κτήριο του ΤΣΜΕΔΕ με αποτέλεσμα να είχα καιρό να απολαύσω τη δωρεάν μουσική. Δεν ίσχυε ωστόσο το ίδιο για τους ταλαίπωρους, σκληρά εργαζόμενους, υπαλλήλους της Εμπορικής αφού η ένταση στην οποία έπαιζε το επαναστατικό ρεπερτόριο των συμβασιούχων ήταν τέτοια που δυσκολευόμασταν να μιλήσουμε. Μετά το πέρας της ουβερτούρας το μικρόφωνο έλαβε κάποιος συνδικαλιστής ο οποίος αναφέρθηκε στο «δικαίωμα στη δουλειά» και στο «δικαίωμα στην αξιοπρέπεια». Με αφορμή αυτά τα λόγια σκέφθηκα πρώτον ότι το εν λόγω δικαίωμα, όπως του εννοούσε εν προκειμένω ο ποιητής, χρηματοδοτείται από τους φόρους των εργαζομένων Ελλήνων οι οποίοι δεν απολαμβάνουν την μονιμότητα ή την προσδοκία μονιμοποίησης στην περίπτωση των συμβασιούχων. Οι οποίοι απολύονται εντός ολίγων λεπτών από τη στιγμή που θα προκύψει θέμα αδικοπραξίας δηλαδή από τη στιγμή που θα ενταχθούν στην κατηγορία που το δημόσιο αποκαλεί «επίορκους». Η ακόμη και χωρίς να προκύψει τέτοιο θέμα, ακόμη και εάν καλύπτουν «πάγιες και διαρκείς ανάγκες».

Σκέφθηκα επίσης την τεράστια σημασία που έχει σημειολογικά η σχετική μνεία στο Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών το οποίο περιλαμβάνει το δικαίωμα «επιδίωξης της ευτυχίας» (the pursuit of happiness) και όχι στο «δικαίωμα στην ευτυχία». Ομοίως κάθε κοινωνία πρέπει να εξασφαλίζει πλήρως το δικαίωμα επιδίωξης της αξιοπρέπειας, δηλαδή κανόνες που να ισχύουν για όλους ανεξαιρέτως (το ευστόχως αποκαλούμενο level playing field) και συνθήκες που ανταμείβουν την προκοπή. Το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια όπως το θέτουν οι δημόσιοι υπάλληλοι τσαλακώνει το αντίστοιχο δικαίωμα των υπαλλήλων του ιδιωτικού τομέα και των ανέργων οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης (αν όχι τρίτης) κατηγορίας από τους «αριστερούς» κυρίους Μανιτάκη & Ρουπακιώτη αλλά και από τον μη αριστερό κύριο Βρούτση ο οποίος αποπειράθηκε νύχτα να πετσοκόψει της συντάξεις του ΟΑΕΕ παρά το γεγονός ότι η κρατική στήριξη ανά συνταξιούχο στον τελευταίο είναι το 1/6 της αντίστοιχης προς το ταμείο του ΟΤΕ!

Η ειρωνεία είναι ότι αυτοί που σήμερα διεκδικούν το “δικαίωμα την αξιοπρέπεια” είναι στην πραγματικότητα οι πρώτοι αναξιοπρεπείς αφού απολαμβάνουν απαράδεκτα προνόμια σε σχέση με τα υποζύγια που καταστρέφονται από την φορολογία ώστε να τους μισθοδοτούν.

Wednesday, April 17, 2013

Αντί των ναρκωτικών, νομιμοποιήσαμε το λάδωμα

Με τροπολογία στο νόμο 4139/20.2.2013 περί ναρκωτικών ο κος Γ. Πανούσης της ΔΗΜΑΡ πέτυχε την ακόλουθη προσθήκη στο άρθρο 235 του ποινικού κώδικα: "3. Δεν συνιστά δωροδοκία [του υπαλλήλου] η απλή υλική παροχή προς έκφραση ευγνωμοσύνης." Στην πρότασή του περιλαμβανόταν και η διευκρίνηση “χωρίς χρηματική αξία” η οποία χάθηκε, μάλλον εκ του πονηρού, στην διαδρομή. Αποτέλεσμα να έχει ανοίξει ένα πρώτης τάξεως νομικό παράθυρο για την νομιμοποίηση πάσης φύσεως δωροδοκίας / δωροληψίας, φαινόμενα στα οποία η χώρα μας βρίσκεται, δυστυχώς, στις πρώτες θέσεις διεθνώς. 

Με την ευκαιρία αναζήτησα τις κατευθύνσεις τις Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τα στελέχη της για θέματα αποδοχής δώρων ή φιλοξενίας κλπ. Το πλήρες κείμενο είναι διαθέσιμο στη διεύθυνση http://ec.europa.eu/transparency/docs/sec_2012_0167_f_en_communication_to_commission_en.pdf . Οι οδηγίες αναφέρουν ότι “πρέπει να επισημανθεί ότι ο γενικός κανόνας είναι ότι το προσωπικό δεν πρέπει να δέχεται, άμεσα ή εμμέσως, δώρα ή φιλοξενία η οποία τους προσφέρεται από τρίτους”. Ειδικά σε ότι αφορά τα δώρα αυτά μπορούν να γίνουν αποδεκτά κατ’ εξαίρεση όπου απαιτείται για λόγους ευγενείας η πρωτοκόλλου εάν δεν ξεπερνούν τα 50 ευρώ σε αξία. Για δώρα έως 150 ευρώ απαιτείται γνωστοποίηση στην και προηγούμενη έγκριση από την υπηρεσία. Δώρα μεγαλύτερης αξίας δεν γίνονται αποδεκτά ενώ ο υπάλληλος για λόγους διαφάνειας οφείλει να γνωστοποιήσει στον άμεσο προϊστάμενό του, κατά προτίμηση γραπτώς, ότι του προσεφέρθη δώρο το οποίο και αρνήθηκε (με λεπτομέρειες για το είδος του δώρου και αυτόν που το προσέφερε). Το κείμενο των κατευθύνσεων καταλαμβάνει επτά σελίδες και είναι σαφές και απολύτως κατανοητό. Ένα αντίστοιχο κείμενο, υπό μορφήν εγκυκλίου του Υπουργείου Εσωτερικών, θα ήταν απολύτως επαρκές για να καλύψει τις ανησυχίες του κυρίου Πανούση. Στη χώρα που μισθοδοτούνται οι κλέφτες υπάλληλοι, όπως είπε και ο Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης Λ. Ρακιντζής , ουδείς ποτέ εδιώχθη για ένα ταψί γαλακτομπούρεκο ή για μια γλάστρα και ιδίως σε τέτοιο περιβάλλον καλύτερα να μην ανοίγεις κανένα παραθυράκι γιατί αυτό θα χρησιμοποιηθεί αλλιώς. Δύο είναι εν προκειμένω τα λυπηρά ζητήματα. Πρώτον ότι στο νόμο περί ναρκωτικών αντί να νομιμοποιήσουμε τα ναρκωτικά νομιμοποιήσαμε το λάδωμα. Και δεύτερον ότι το μέχρι τώρα δείγμα γραφής της (δήθεν) “λελογισμένης” αριστεράς είναι απολύτως απογοητευτικό. Φανταστείτε τι θα γινόταν εάν νομοθετούσε η “παλαβή αριστερά”.

Sunday, April 07, 2013

Ο ανατρεπτικός κύριος Ίτο

Η βιβλιοθήκη του Σεντάι

Δεν είναι σύνηθες για έναν αρχιτέκτονα να παρίσταται στην κατεδάφιση ενός κτίσματός του. Και ακόμη σπανιότερο το θέαμα της καταστροφής να μην του προκαλεί καμία απολύτως θλίψη, “αφού το σπίτι έχει εκπληρώσει πλέον τον σκοπό του”. Αλλά ο φετινός νικητής του περίφημου διεθνούς βραβείου Πρίτσκερ, ο 71χρονος Ιάπων Τόγιο Ίτο, κάθε άλλο παρά συνηθισμένος είναι. Γεννημένος το 1941 στην -υπό Ιαπωνική τότε κατοχή- Κορέα, έζησε εκεί μόλις δύο χρόνια αφού η οικογένειά του επέστρεψε το 1943 στην Ιαπωνία. Αρχικά ονειρευόταν να γίνει παίκτης του μπέιζμπολ, αλλά τελικά τον κέρδισε η αρχιτεκτονική την οποία σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο. Το ταλέντο του δεν άργησε να φανεί, αφού η διπλωματική του εργασία απέσπασε το βραβείο του Πανεπιστημίου. Μετά από μόλις έξι χρόνια εργασίας στο γραφείο του μοντερνιστή αρχιτέκτονα Kiyonori Kikutake άνοιξε, σε ηλικία τριάντα ετών, γεγονός πρωτοφανές για τα δεδομένα της χώρας, το δικό του studio, το οποίο και ονόμασε αρχικά Urbot ή Urban Robot - «αστικό ρομπότ» και στη συνέχεια “Τόγιο Ίτο και συνεργάτες”.

Το 1976 η μεγάλη του αδελφή χήρεψε και ήθελε να φύγει από το διαμέρισμα στο οποίο κατοικούσε σε ένα ψηλό κτήριο στο Τόκιο. Ο Ίτο σχεδίασε και της έκτισε το «άσπρο σπίτι σε σχήμα U», το οποίο ήταν ερμητικά κλειστό, σαν φρούριο, με ελάχιστα ανοίγματα στην εξωτερική του πλευρά. Ο κήπος της εσωτερική αυλής, έφερνε τους ενοίκους του πιο κοντά στη γη και στη φύση αλλά και μεταξύ τους, κατά την δύσκολη περίοδο του πένθους. Μετά από πολλά χρόνια διαμονής, η αδελφή του και οι ανιψιές του μετοίκησαν, και το 1997 ο Ίτο γκρέμισε το σπίτι. Αργότερα είπαν ότι αισθάνονταν ότι “ζούσαν σε ένα φέρετρο”.

Δύο χρόνια νωρίτερα ο Ίτο είχε κερδίσει τον δημόσιο διαγωνισμό για το γνωστότερο ίσως έργο του σήμερα, τη βιβλιοθήκη του Σεντάι, ένα συγκλονιστικό, αέρινο, διαφανές κτίριο. Έτσι μετά το κλειστό και εσωστρεφές White U, διέπρεψε σχεδιάζοντας ένα οικοδόμημα στο οποίο δύσκολα διακρίνονται τα όρια μεταξύ του εξωτερικού και του εσωτερικού χώρου. Τα οριζόντια φέροντα στοιχεία, οι πλάκες, κρέμονται από ατσάλινες κυλινδρικές κολώνες που μοιάζουν με δικτυωτούς κορμούς δένδρων δίνοντας την αίσθηση ενός αιωρούμενου κτηρίου. Παρά την “εύθραυστη” εικόνα της, η βιβλιοθήκη άντεξε κατά τρόπο αξιοθαύμαστο την καταστροφική δύναμη του ισχυρότατου σεισμού το 2011. Μετά το φονικό τσουνάμι ο Ίτο και μία ομάδα συνεργατών του ανέπτυξαν τη ιδέα για ένα «σπίτι για όλους» που θα στεγάζει προσωρινά τους επιζώντες. “Αρχιτέκτονας “, είπε τότε ο Ίτο «είναι κάποιος που μπορεί να κάνει έναν χώρο συσσιτίου να δείχνει ανθρώπινος, να τον κάνει λίγο ομορφότερο, λίγο πιο άνετο». Και συνεχίζει «μία πληγείσα περιοχή όπου τα πάντα έχουν χαθεί μας δίνει τη δυνατότητα για μια φρέσκια ματιά, από μηδενική βάση για το τι πραγματικά είναι η αρχιτεκτονική».

Κατά τη διάρκεια της καριέρας του ο ταλαντούχος αρχιτέκτονας ήταν πάντα ανατρεπτικός. Πριν ακόμη ολοκληρωθεί η κατασκευή της Mediatheque του Σεντάι ο Ίτο εξέφρασε την αγωνία του για τον «αναιμικό μινιμαλισμό» της Ιαπωνικής αρχιτεκτονικής γράφοντας: “βεβαίως, πολλά από αυτά τα χαρακτηριστικά ισχύουν και στην δική μου αρχιτεκτονική και αντιλαμβάνομαι ότι εξαιτίας του γεγονότος ότι υπερασπίστηκα το ελαφρύ, το εφήμερο και το διαφανές έχω και εγώ ευθύνη για αυτό το σύνδρομο μεταξύ των συναδέλφων μου που γεννήθηκαν μόλις είκοσι χρόνια μετά από εμένα”. Ετσι στράφηκε στη «νέα - πραγματική αρχιτεκτονική», φοβούμενος ότι ο ιαπωνικός μινιμαλισμός είχε γίνει πλέον κλισέ. Χαρακτηριστικό της μετά-Σεντάι περιόδου του είναι το κτίριο της Όπερας της Ταϊτσούνγκ στην Ταϊβάν, η κατασκευή του οποίου αναμένεται να ολοκληρωθεί στο τέλος του χρόνου. Το κάθε άλλο παρά αέρινο οικοδόμημα ορίζει εκ του μηδενός την έννοια του οπερετικού θεάτρου. Μόλις ολοκληρωθεί θα μοιάζει με μία σειρά από λευκές σπηλιές που ενώνονται οριζόντια και κάθετα με δυσδιάκριτα τα όρια τοίχων και δαπέδου.

Άλλα γνωστά και συναρπαστικά κτήρια του είναι η δημοτική αίθουσα τελετών (κηδειών) στο Γκίφου, η εντυπωσιακή βιβλιοθήκη της Σχολής Καλών Τεχνών Τάμα στο Τόκιο, η κατοικία «White O» στην Μαρμπέλα της Χιλής, η γνωστή Serpentine Gallery στο Λονδίνο αλλά και το κατάστημα υποδημάτων Tods στο χλιδάτο Ομότε-σαντό στο Τόκιο. Η σπουδαιότητα του Ίτο δεν έγκειται στα έργα του, στα οποία η αρχιτεκτονική μοιάζει να ξεπερνά τους εγγενείς περιορισμούς της και η ιδέα καθεαυτή έχει μεγαλύτερη σημασία από το φυσικό της αποτέλεσμα, αλλά στην συνεχή ανατροπή. Είναι από τους ελάχιστους που ουδέποτε εγκλωβίστηκε σε μία μανιέρα, που συχνά αρνήθηκε την ίδια του τη δουλειά πριν ακόμη αυτή χτιστεί, που δεν λυπόταν όταν αυτή γκρεμιζόταν. Στην οικονομία ο Σουμπέτερ μίλησε για «δημιουργική καταστροφή», την οποία κατά κάποιο τρόπο κάνει πράξη στον κλάδο του ο σπουδαίος αυτός Ιάπωνας αρχιτέκτων κατά τη διάρκεια της σαραπεντάχρονης καριέρας του. Μέλος μίας κατ'εξοχήν κομφορμιστικής κοινωνίας ο Ίτο είναι ένας κατά συρροή επαναστάτης o οποίος όχι μόνο τιμήθηκε αλλά και τιμά το βραβείο Πρίτσκερ. Είναι ο έκτος κατά σειρά Ιάπων που επιλέγεται για το αποκαλούμενο “Νομπέλ της αρχιτεκτονικής” ενώ, σε μία ακόμη ανατροπή, είχαν ήδη βραβευθεί με αυτό προ τριετίας δύο εκ των μαθητών του, οι Kazuyo Sejima and Ryue Nishizawa.

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Κ" της 31.2.2013

Saturday, April 06, 2013

Η αβάσταχτη ανικανότητα του Δημοσίου

Τις προάλλες έλαβα με ιδιαίτερη έκπληξη το ακόλουθο ηλεκτρονικό μήνυμα:

"Στο πλαίσιο ένταξης των Δ.Ο.Υ. στο Νέο TAXIS, η Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών θα διακόψει τη συναλλαγή με τους Πολίτες από την Τετάρτη 03/04/2013 και ώρα 13:00 και θα παραμείνει κλειστή από την Πέμπτη 4 έως και τη Δευτέρα 8 Απριλίου 2013. Η Δ.Ο.Υ. θα λειτουργήσει στο Νέο TAXIS από την Τρίτη 9 Απριλίου 2013."

Για τους επαγγελματίες της πληροφορικής η διαδικασία αλλαγής συστήματος είναι γνωστή ως migration ή "μετάπτωση" η οποία σήμερα γίνεται με ελάχιστη ή σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και μηδενική διακοπή στα συστήματα (zero downtime). Εάν παραλληλίσουμε την εν λόγω δημόσια οικονομική υπηρεσία με μια τράπεζα δε νομίζω ότι κανείς μπορεί να φανταστεί υποκατάστημα της τελευταίας να κλείνει για τρεις ολόκληρες εργάσιμες ημέρες προκειμένου να αναβαθμίσει τα συστήματά της. Οι όποιες διαδικασίες (εκπαίδευση, παράλληλη εγκατάσταση, μετάπτωση) γίνονται με τρόπο που ελαχιστοποιεί τις επιδράσεις στην λειτουργία της επιχείρισης ή του οργανισμού. Αυτό βεβαίως απαιτεί καλό σχεδιασμό, σωστές τεχνολογικές επιλογές και εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό κανένα στοιχείο από τα οποία δεν υπάρχει στο ελληνικό δημόσιο.

Ειδικά στην περίπτωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού ουδέποτε ετέθη θέμα χρηματοδότησης αφού ανέκαθεν απολάμβανε προνομιακής μεταχείρισης (π.χ. μισθολογικά) σε σχέση με το υπόλοιπο δημόσιο. Αυτό σε ένα μη πελατειακό και διεφθαρμένο σύστημα στις περισσότερες περιπτώσεις θα οδηγούσε σε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, καλύτερα συστήματα και καλύτερο ανθρώπινο δυναμικό. Όχι όμως στην Ελλάδα όπου οι τραυματιοφορείς και οι οδηγοί τρόλεϊ προσλαμβάνονται στο ΣΔΟΕ για να κάνουν τη μπάζα τους και όπου το παραδιδόμενο από τους προμηθευτές λογισμικό αξίζει ένα μικρό μόνο μέρος του τιμήματος και, το χειρότερο, είναι συνήθως μέτριο και δυσλειτουργικό. Σαν να μην φτάνει αυτό η ανεπάρκεια και η ανικανότητα οδηγούν σε ολοένα αυξανόμενη μεταφορά του διαχειριστικού βάρους από το Δημόσιο στις επιχειρήσεις οι οποίες, πέραν των εξοντωτικών φόρων, έχουν να αντιμετωπίσουν και ένα υψηλότατο κόστος συμμόρφωσης το οποίο καταρρακώνει την ανταγωνιστικότητά τους.Στο σημείο αυτό αναρωτιέται κανείς εάν μία καθολική άρνηση πληρωμής φόρων μπορεί να αποτελέσει λύση.


Στη βιβλιογραφία υπάρχει η έννοια του “starve the beast” η υποβολή δηλαδή του κράτους σε ασιτία η οποία θα το αναγκάσει να περιορίσει το μέγεθός του και να αυξήσει την αποτελεσματικότητά του. Σήμερα συμβαίνει το αντίθετο αφού “the beast is starving us” για να διατηρεί δομές, θεωρητικά πρώτης προτεραιότητας όπως η είσπραξη φόρων,  που κλείνουν το μαγαζί τρεις μέρες για να αλλάξουν λογισμικό αδιαφορώντας πλήρως για την εξυπηρέτηση των πολιτών