Monday, August 21, 2017

Περιορισμοί στη χρήση μετρητών και φοροδιαφυγή

Σ​​τις αρχές Μαρτίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε διαβούλευση με θέμα την επιβολή ενιαίων περιορισμών στη χρήση μετρητών (CPLs: Cash Payment Limits), με στόχο την πάταξη της τρομοκρατίας και με το σκεπτικό ότι «οι πληρωμές σε μετρητά χρησιμοποιούνται ευρέως στη χρηματοδότηση τρομοκρατικών ενεργειών». Το συγκεκριμένο ζήτημα λίγο αφορά τη χώρα μας, όπου ήδη ισχύουν εξαιρετικά, έως παράλογα χαμηλά, τέτοια όρια. Ωστόσο έχει ενδιαφέρον το σχετικό υπόμνημα που κατέθεσε η Ευρωπαϊκή Ενωση εταιρειών διαχείρισης μετρητών (ESTA).

Σε ό,τι αφορά την τρομοκρατία δεν προκύπτει κάποια σχέση των CPLs με τον περιορισμό της,  δεδομένου ότι οι περισσότερες επιθέσεις είναι χαμηλού κόστους (το 75% στοιχίζει λιγότερο από 10.000 ευρώ) και χρηματοδοτούνται από νόμιμες πηγές οι οποίες είναι αδύνατον να εντοπισθούν π.χ. μεταξύ των περισσότερων από 110 δισ. συναλλαγών που γίνονται στην Ε.Ε., εάν δεν είναι ήδη ύποπτος ο δράστης.

Εάν είναι γνωστός στις αρχές τυχόν περιορισμός στη χρήση μετρητών δεν θα αλλάξει κάτι, ενώ αντιθέτως θα ταλαιπωρήσει και θα περιορίσει την οικονομική ελευθερία και το θεμελιώδες δικαίωμα στην ιδιωτικότητα εκατομμυρίων πολιτών, δικαίωμα που προστατεύεται ρητά με το άρθρο 7 της Ευρωπαϊκής Χάρτας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ECHR).

Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανάλυση που αφορά τη συσχέτιση των CPLs με τον περιορισμό της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς. Οπως και σε κάθε κατασταλτικού τύπου μέτρο, έτσι και τα CPLs εφαρμόζονται ήδη σε χώρες με υψηλή φοροδιαφυγή όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία, το Βέλγιο και η Ιταλία. Ειδικά στην περίπτωση της Πορτογαλίας και της Γαλλίας, η παραοικονομία αυξήθηκε μετά τη θέσπιση CPLs. Αντιθέτως σε καμία ευρωπαϊκή χώρα με χαμηλά ποσοστά φοροδιαφυγής (Ελβετία, Αυστρία, Ολλανδία και Ηνωμένο Βασίλειο) δεν υπάρχει περιορισμός στη χρήση μετρητών στις πληρωμές. Χαρακτηριστική, αν και εκτός Ε.Ε., είναι η περίπτωση της Ιαπωνίας, μία χώρα με ελάχιστη φοροδιαφυγή, όπου παραμένει συνήθης η αγορά π.χ. ενός ακριβού αυτοκινήτου με μετρητά.

Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Τραπέζης της Ελλάδος, η τραγική για τη χώρα και την οικονομία επιβολή των capital controls οδήγησε σε διπλασιασμό των αγορών με χρεωστικές/πιστωτικές κάρτες από 4,4% κατά μέσον όρο το 2010-2014 σε 11,2% κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2016, αλλά και σε αύξηση των εσόδων από ΦΠΑ λόγω της βελτίωσης της συμμόρφωσης. Η μελέτη εκτιμά ότι τα έσοδα από ΦΠΑ αυξάνονται κατά το μάλλον υψηλό ποσοστό του 1% για κάθε αντιστοίχως 1% αύξησης της συμμετοχής των καρτών στις πληρωμές.

Στη μελέτη της ΤτΕ γίνεται αναφορά στη μόνη εμπειρική έρευνα για τις επιπτώσεις του μείγματος πληρωμών στα φορολογικά έσοδα (Madzharova, 2014), η οποία συνδέει τη χρήση μετρητών με τη φοροδιαφυγή, χωρίς όμως να διαπιστώνει ευεργετικά αποτελέσματα στα δημόσια έσοδα από τη χρήση καρτών. Η πολιτική της «συμμόρφωσης με το στανιό» και του συνεχούς περιορισμού της προσωπικής (ιδιωτικότητα) και οικονομικής (capital controls, υποχρεωτική χρήση POS & καρτών) ελευθερίας των πολιτών σε συνδυασμό με ένα παράλογο φορολογικό πλαίσιο μόνο βραχυπρόθεσμα μπορεί να αποδώσει, ενώ ενδεχομένως οδηγεί σε μείωση των μελλοντικών εσόδων σε όρους καθαράς παρούσας αξίας. Παρενθετικώς η μελέτη της ΤτΕ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι σε περίπτωση μείωσης του σημερινού συντελεστή ΦΠΑ θα αυξηθούν τα έσοδα.

Η λύση δεν μπορεί να αναζητηθεί στα κατασταλτικά μέτρα, τις δημεύσεις, τις αθρόες κατασχέσεις κλπ. αλλά σε ένα φορολογικό σύστημα που θα επιτρέπει στον πολίτη κατ’ αρχήν να επιβιώνει, αλλά και να δρέπει τους κόπους των προσπαθειών του γιατί αλλιώς είτε θα φοροδιαφύγει είτε θα φύγει από τη χώρα ή εάν δεν μπορεί να κάνει τίποτα από τα δύο θα σταματήσει –αναγκαστικά– να πληρώνει φόρους. Το γεγονός ότι όσο χαμηλότερη είναι η φοροδιαφυγή σε μία χώρα τόσο μεγαλύτερος είναι ο βαθμός ελευθερίας των πολιτών και αντιστοίχως λιγότερα τα αναγκαστικά μέτρα, δεν είναι τυχαίο. Αντιθέτως η σημερινή πολιτική της κυβέρνησης, ΑΑΔΕ και δανειστών, που προσποιούνται ότι το πρόβλημα συμμόρφωσης έγκειται στη δυστροπία των οφειλετών-φορολογουμένων και όχι στο γεγονός ότι το φορολογικό πλαίσιο είναι εκτός λογικής (βλ. ληξιπρόθεσμα & ποσοστό εισπραξιμότητας των φόρων), οδηγεί σε εξαιρετικά επικίνδυνο θεσμικά περιορισμό των ατομικών ελευθεριών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών.

* Δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 20ης Αυγούστου της Καθημερινής

Saturday, August 12, 2017

Μία Κυριακή στο Τόκιο

Μοιάζει με ανέκδοτο αλλά όταν σπούδαζα, πριν από δύο δεκαετίες, στην Ιαπωνία συγκατοικούσα με έναν Ιταλό, έναν Ισπανό και έναν Ιρλανδό. Μέναμε σε μία μεγάλη μονοκατοικία με κήπο, κάτι εξόχως σπάνιο για το Τόκιο. Το ενοίκιο ήταν, σχετικά, χαμηλό επειδή το σπίτι ήταν δυτικού τύπου και δεν έβρισκε ενοικιαστές αφού το χρηματιστήριο είχε ήδη ξεφουσκώσει (δέκα ακριβώς χρόνια πριν την αντίστοιχη ελληνική περίπτωση) και μαζί του ο αριθμός των ξένων στελεχών που ζούσαν στη χώρα στους οποίους απευθυνόταν. Προφανώς κανείς ντόπιος δεν το ήθελε χωρίς ιαπωνικό μπάνιο και τατάμι (ψάθα) στο πάτωμα και έτσι το πήραμε εμείς κοψοχρονιά. Ο Ιταλός και ο Ιρλανδός είχαν ζήσει κατά το παρελθόν στην χώρα και την αγαπούσαν πολύ, ενώ ο Ισπανός μοναδικό στόχο είχε να επιστρέψει στην Βαρκελώνη με το μεγαλύτερο μέρος της υποτροφίας του ανέπαφο (ήμασταν όλοι υπότροφοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) για να αγοράσει σπίτι. Γι’αυτό δεν ακολουθούσε ποτέ ενώ η μόνη απόπειρα προσέγγισης των ιαπωνικών πραγμάτων που έκανε, ήταν να γραφτεί σε μία σχολή καράτε –είχε φέρει μαζί του και την ειδική στολή- αλλά έφαγε τόσο ξύλο που τα παράτησε μετά το δεύτερο μάθημα παρά το ότι είχε πληρώσει όλο τον μήνα. Αντιθέτως, εμείς οι υπόλοιποι λατρέψαμε τη χώρα και ζούσαμε σε κάποιο βαθμό ως Ιάπωνες και όχι ως «γκάϊτζιν», δηλαδή ξένοι. Τις Κυριακές βρισκόμασταν καμιά φορά στο Χαρατζούκου, στο θαυμάσιο πάρκο Γιογιόγκι όπου είναι χτισμένος ένας από τους μεγαλύτερους και σπουδαιότερους Σιντοϊστικούς ναούς, αφιερωμένος στον Αυτοκράτορα Μέϊτζι. Προφανώς δεν πηγαίναμε για προσκηνηματικούς λόγους, παρά το γεγονός ότι στην είσοδό του Μέϊτζι-Τζίνγκου υπάρχουν δεκάδες τεράστια και υπέροχα αισθητικά βαρέλια γεμάτα σάκε υψηλής ποιότητος αλλά και δυτικού τύπου γεμάτα από κρασί Βουργουνδίας που άρεσε στον συγχωρεμένο τον Μέιτζι. Ακόμη και σήμερα οι παμπόνηροι Βουργουνδοί εν οίνω αδελφοί μου, στέλνουν κάθε χρόνο καμιά διακοσαριά μπουκάλια δώρο στο ναό. Δυστυχώς αυτοί οι μοναδικοί πειρασμοί δεν αφορούν τους επισκέπτες, οπότε εμείς πηγαίναμε στο Γιογιόγκι για να δούμε πως ξεδίνουν οι ντόπιοι. Εκεί κάθε Κυριακή η αστυνομία κλείνει τον δρόμο στα αυτοκίνητα και στήνονται διάφορες μουσικές σκηνές με λόγιο πρόγραμμα όπως πάνκ, μέταλ, χιπ χοπ, σκληρό ροκ και ότι άλλο μπορεί να βάλει ο νους (χωρίς υπερβολή, μέχρι χορό της κοιλιάς). Εκεί συχνάζει και το Ροκαμπίλι κλαμπ της Ιαπωνικής πρωτεύουσας με αποτέλεσμα μετά από μισή ώρα να είναι κανείς σίγουρος ότι ο Έλβις ήταν Γιαπωνέζος και έχει τουλάχιστον τριακόσια εγγόνια. Όσο διαρκεί το ταρατατζούμ το όλο σκηνικό δεν διαφέρει από αντίστοιχα events σε οποιαδήποτε πρωτεύουσα του κόσμου ενώ το αλκόολ ρέει άφθονο κυρίως με την μορφή της γενικώς εξαιρετικής ιαπωνικής μπίρας. Η διαφορά του Τόκιο από π.χ. το Άμστερνταμ, το Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη κλπ είναι ότι στις πεντέμισι ακριβώς σταματάει η μουσική και πανκ, φρικιά, ροκαμπίλι, μπέλι ντάνσερς, θεατές και περιπατητές πιάνουν σκούπες, φαράσια και σκουπιδοσακούλες και καθαρίζουν σχολαστικά τον δρόμο. Όταν η αστυνομία τον παραδίδει εκ νέου στην κυκλοφορία δεν υπάρχει τίποτε που να θυμίζει όσα συνέβησαν εκεί τις προηγούμενες ώρες. Πολλά δε εκ των φρικιών βγάζουν την περούκα και την στολή και την άλλη μέρα παρουσιάζονται με το κοστουμάκι ή το ταγεράκι τους στη δουλειά. Την επόμενη Κυριακή, φτου και από την αρχή.

Βασίλης Μασσέλος

* φιλοξενήθηκε στο "Κ" της Καθημερινής της 31.7.2017