Σε επιστολή της προς τον Υπουργό Οικονομικών η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων (ΚΕΕ) αναφέρει “ότι ο αγώνας που δίνει η επιμελητηριακή κοινότητα αποσκοπεί όχι σε προσωπικά ή συντεχνιακά οφέλη αλλά στην επιβίωση του συνόλου των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της χώρας, που δέχονται μια ανηλεή επίθεση από συγκεκριμένα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα. Με την κατάργηση της υποχρεωτικότητας τα επιμελητήρια αποδυναμώνονται οικονομικά και οδηγούνται σε αφανισμό, γεγονός που θα αποστερήσει κάθε μορφή εκπροσώπησης της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και κατά συνέπεια φίμωσης της φωνής της”.
Είναι λυπηρό ότι ουδέποτε κάποια συντεχνία στην Ελλάδα είχε το θάρρος να πει ειλικρινώς ότι μάχεται για τα συμφέροντά της, αντί να προσπαθεί να πείσει ματαίως ότι το κάνει υπερασπιζόμενη αυτούς που κατά κανόνα ξεπουπουλιάζει, είτε πρόκειται για καταναλωτές ή/και επιχειρήσεις. Κάτι τέτοιο θα ήταν τίμιο και θεμιτό γιατί κάθε ομάδα συμφερόντων έχει από ηθικής πλευράς το δικαίωμα να αγωνίζεται, στα πλαίσια της νομιμότητας, για τα συμφέροντα των μελών της, εν προκειμένω τις διοικήσεις των και τους εργαζόμενους στα επιμελητήρια. Η επιστολή της ΚΕΕ αναφέρεται στην “ανηλεή (sic) επίθεση συγκεκριμένων πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων» παρά το ότι τα ίδια επιμελητήρια εμφανώς συγκαταλέγονται μεταξύ των συμφερόντων αυτών, αφού αποσπούν χρήματα από τις επιχειρήσεις χωρίς καμία απολύτως ανταπόδοση.
Το γεγονός ότι τα επιμελητήρια ισχυρίζονται δημοσίως ότι η κατάργηση της υποχρεωτικότητας της συνδρομής θα τα οδηγήσει σε αφανισμό συνιστά ωμή παραδοχή του ότι δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Εάν όντως παρείχαν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες και αποτελούσαν πραγματικά την «φωνή της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας» και όχι συγκεκριμένων πολιτικών συμφερόντων, τότε δεν θα είχαν απολύτως τίποτα να φοβηθούν. Κανείς λογικός επιχειρηματίας δεν θα διαγραφεί από κάποιο επιμελητήριο εάν πιστεύει ότι η αξία των υπηρεσιών που απολαμβάνει είναι μεγαλύτερη από το κόστος της ετήσιας συνδρομής σε αυτό.
Στον αντίποδα των παρασιτικών επιμελητηρίων βρίσκονται οι κλαδικοί σύνδεσμοι οι οποίοι ζουν αποκλειστικά από τις οικειοθελείς συνδρομές των μελών τους, από τις υπηρεσίες που παρέχουν επ’αμοιβή προς αυτά και από την υλοποίηση ανταγωνιστικών προγραμμάτων έρευνας & ανάπτυξης. Σε αντίθεση με τα επιμελητήρια τα οποία κατά κανόνα απολαμβάνουν μιας άτυπης προνομιακής πρόσβασης σε τέτοια προγράμματα, οι κλαδικοί σύνδεσμοι πρέπει καθημερινά να ξεπερνούν εαυτούς προκειμένου να εξασφαλίσουν αντίστοιχες εγκρίσεις. Παρότι δεν έχουν εξασφαλισμένους πόρους, οι περισσότεροι κλαδικοί σύνδεσμοι έχουν επιβιώσει της παραλυτικής κρίσης στη χώρα μας όπου είχαμε μείωση του ΑΕΠ αντίστοιχου μεγέθους με αυτήν του κραχ του ’29 στην Αμερική, με αποτέλεσμα η μείωση της ζήτησης να ξεπερνά το 70% σε ορισμένους κλάδους. Στον κλάδο που έχω την τιμή να εκπροσωπώ, η συντριπτική πλειοψηφία των εταιρειών επέλεξε να διατηρήσει την ιδιότητα του μέλους, καταβάλλοντας οικειοθελώς το αντίστοιχο ποσό αποδεικνύοντας εμπράκτως ότι τελικά τα μόνα επιμελητήρια που έχουν να φοβηθούν είναι αυτά που δεν παρέχουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες στα μέλη τους.
*δημοσιεύθηκε στη στήλη "Γράμματα Αναγνωστών" της Καθημερινής της Κυριακής της 4.5.14
Είναι λυπηρό ότι ουδέποτε κάποια συντεχνία στην Ελλάδα είχε το θάρρος να πει ειλικρινώς ότι μάχεται για τα συμφέροντά της, αντί να προσπαθεί να πείσει ματαίως ότι το κάνει υπερασπιζόμενη αυτούς που κατά κανόνα ξεπουπουλιάζει, είτε πρόκειται για καταναλωτές ή/και επιχειρήσεις. Κάτι τέτοιο θα ήταν τίμιο και θεμιτό γιατί κάθε ομάδα συμφερόντων έχει από ηθικής πλευράς το δικαίωμα να αγωνίζεται, στα πλαίσια της νομιμότητας, για τα συμφέροντα των μελών της, εν προκειμένω τις διοικήσεις των και τους εργαζόμενους στα επιμελητήρια. Η επιστολή της ΚΕΕ αναφέρεται στην “ανηλεή (sic) επίθεση συγκεκριμένων πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων» παρά το ότι τα ίδια επιμελητήρια εμφανώς συγκαταλέγονται μεταξύ των συμφερόντων αυτών, αφού αποσπούν χρήματα από τις επιχειρήσεις χωρίς καμία απολύτως ανταπόδοση.
Το γεγονός ότι τα επιμελητήρια ισχυρίζονται δημοσίως ότι η κατάργηση της υποχρεωτικότητας της συνδρομής θα τα οδηγήσει σε αφανισμό συνιστά ωμή παραδοχή του ότι δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Εάν όντως παρείχαν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες και αποτελούσαν πραγματικά την «φωνή της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας» και όχι συγκεκριμένων πολιτικών συμφερόντων, τότε δεν θα είχαν απολύτως τίποτα να φοβηθούν. Κανείς λογικός επιχειρηματίας δεν θα διαγραφεί από κάποιο επιμελητήριο εάν πιστεύει ότι η αξία των υπηρεσιών που απολαμβάνει είναι μεγαλύτερη από το κόστος της ετήσιας συνδρομής σε αυτό.
Στον αντίποδα των παρασιτικών επιμελητηρίων βρίσκονται οι κλαδικοί σύνδεσμοι οι οποίοι ζουν αποκλειστικά από τις οικειοθελείς συνδρομές των μελών τους, από τις υπηρεσίες που παρέχουν επ’αμοιβή προς αυτά και από την υλοποίηση ανταγωνιστικών προγραμμάτων έρευνας & ανάπτυξης. Σε αντίθεση με τα επιμελητήρια τα οποία κατά κανόνα απολαμβάνουν μιας άτυπης προνομιακής πρόσβασης σε τέτοια προγράμματα, οι κλαδικοί σύνδεσμοι πρέπει καθημερινά να ξεπερνούν εαυτούς προκειμένου να εξασφαλίσουν αντίστοιχες εγκρίσεις. Παρότι δεν έχουν εξασφαλισμένους πόρους, οι περισσότεροι κλαδικοί σύνδεσμοι έχουν επιβιώσει της παραλυτικής κρίσης στη χώρα μας όπου είχαμε μείωση του ΑΕΠ αντίστοιχου μεγέθους με αυτήν του κραχ του ’29 στην Αμερική, με αποτέλεσμα η μείωση της ζήτησης να ξεπερνά το 70% σε ορισμένους κλάδους. Στον κλάδο που έχω την τιμή να εκπροσωπώ, η συντριπτική πλειοψηφία των εταιρειών επέλεξε να διατηρήσει την ιδιότητα του μέλους, καταβάλλοντας οικειοθελώς το αντίστοιχο ποσό αποδεικνύοντας εμπράκτως ότι τελικά τα μόνα επιμελητήρια που έχουν να φοβηθούν είναι αυτά που δεν παρέχουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες στα μέλη τους.
*δημοσιεύθηκε στη στήλη "Γράμματα Αναγνωστών" της Καθημερινής της Κυριακής της 4.5.14
No comments:
Post a Comment