
Αντίστοιχα το 78% των επιχειρήσεων θεωρεί ότι τυχόν επιβολή περιορισμών θα δημιουργήσει προσκόμματα στη λειτουργία τους λόγω, μεταξύ άλλων, του κόστους των εναλλακτικών τρόπων πληρωμής και του ότι υπάρχει κίνδυνος να χάσουν πελάτες που επιμένουν να πληρώσουν με μετρητά. Συνολικά, η συντριπτική πλειονότητα των συμμετεχόντων απάντησε ότι η επιβολή περιορισμών δεν δικαιολογείται σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό (καταπολέμηση εγκληματικών δραστηριοτήτων, τρομοκρατίας ή φοροδιαφυγής). Ομοίως η μελέτη της Επιτροπής συμπέρανε ότι τα CPLs δεν μπορούν να αποτρέψουν τη χρηματοδότηση τρομοκρατικών ενεργειών, ίσως όμως να είναι χρήσιμα στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Μία ακόμη σημαντική διαπίστωση είναι ότι οι διαφορές που παρατηρούνται σχετικά με τα CPLs στη νομοθεσία των κρατών-μελών στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό και εντείνουν την άνιση μεταχείριση των επιχειρήσεων. Στην περίπτωση της Ελλάδας οι περιορισμοί στην πραγματικότητα ταλαιπωρούν τις συνεπείς επιχειρήσεις και τους πελάτες τους, χωρίς να δημιουργούν ιδιαίτερα προβλήματα στους φοροδιαφεύγοντες, οι οποίοι προφανώς δεν καταγράφουν στα βιβλία τους εισπράξεις όταν δεν έχουν εκδώσει παραστατικό. Ιστορικά, τόσο η ΑΑΔΕ όσο και οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών αντιμετωπίζουν πολίτες και επιχειρήσεις εκ προοιμίου ως φοροφυγάδες και αναζητούν «λύσεις» στην κατεύθυνση του βάναυσου περιορισμού θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων τους (CPLs, υποχρεωτική χρήση POS, περιουσιολόγιο, τραπεζικό και φορολογικό απόρρητο). Αυτές οι αμφιβόλου αποτελεσματικότητος ρυθμίσεις ενδέχεται τελικά να περιορίζουν τα δημόσια έσοδα περιστέλλοντας την οικονομική δραστηριότητα. Το μόνο βέβαιο, πλην εξόχως αρνητικό, αποτέλεσμά τους είναι ο ιδιαίτερα επικίνδυνος περιορισμός της ελευθερίας και των δικαιωμάτων των Ελλήνων πολιτών, που καθίστανται τελικά πολίτες δεύτερης κατηγορίας σε σχέση με τους άλλους Ευρωπαίους.
* φολοξενήθηκε ευγενώς στο φύλο της 22.7.2019 της Καθημερινής
No comments:
Post a Comment