Monday, September 08, 2014

Η έλλειψη ανταγωνισμού στον χρηματοπιστωτικό τομέα περιορίζει τις προοπτικές ανάπτυξης

Η πέμπτη έκθεσή του ΔΝΤ για την Ελλάδα της 16.5.2014 αναφέρεται (σελ. 17) στον κίνδυνο να αποκομίσουν οι τράπεζες "ολιγοπωλιακά κέρδη επιβάλλοντας υψηλά περιθώρια (spreads) και προμήθειες" σημειώνοντας ότι "κάτι τέτοιο θα έχει αντίστοιχο κόστος για την οικονομία".

Οι ενδείξεις ότι το μοντέλο των "συστημικών τραπεζών" οδήγησε στην δημιουργία ολιγοπωλιακών συνθηκών πληθαίνουν. Στις αρχές Σεπτεμβρίου η Καθημερινή έγραφε ότι "αυξήθηκε το περιθώριο κέρδους των τραπεζών τον Ιούλιο καθώς προχώρησαν σε μείωση των επιτοκίων καταθέσεων και αύξηση των επιτοκίων χορηγήσεων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος το επιτοκιακό περιθώριο (δηλαδή η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων) αυξήθηκε κατά 0,24% και διαμορφώθηκε στο 3,91%.". Την ίδια στιγμή οι Τράπεζες προχώρησαν π.χ. στον διπλασιασμό των προμηθειών για την πραγματοποίηση εμβασμάτων στο εξωτερικό μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής χωρίς κάτι τέτοιο να δικαιολογείται από στοιχεία κόστους.


Η υιοθέτηση από την τρόικα της υπερσυγκέντρωσης στον Τραπεζικό κλάδο επιβλήθηκε από τις τότε συνθήκες αλλά αποδεικνύεται μάλλον κοντόφθαλμη. Οι "συστημικές" τράπεζες τελικώς αυξάνουν γεωμετρικά τον συστημικό κίνδυνο αφού είναι "πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν" χωρίς όμως να λύνουν το πρόβλημα της πλημελούς εποπτείας που ίσως συνέτεινε στην απόφαση αυτή. Αξίζει να σημειωθεί ότι με τη δημοσιευθείσα στο ΦΕΚ 94 Α’/19.4.2012 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου αναστέλλεται η εφαρμογή των ευρωπαϊκών κανόνων περί συγκέντρωσης ειδικά για τις τράπεζες προκειμένου να καταστεί εφικτή η υλοποίηση του σχεδίου κεφαλαιακής ενίσχυσης αλλά και των συγχωνεύσεων. Παράπλευρη απώλεια αυτής της επιλογής ήταν η κατάργηση πρακτικά του ανταγωνισμού στον χρηματοπιστωτικό κλάδο.


Υπό αυτές τις συνθήκες, μπορούν οι τράπεζες να βοηθήσουν στην οικονομική ανάπτυξη, επιτελώντας τον παραδοσιακό τους ρόλο, δηλαδή της ορθολογικής κατανομής κεφαλαίου στην οικονομία;. Πρόσφατη μελέτη της PwC ανέδειξε τον πρόβλημα των ελληνικών εταιρειών "Zombies" που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους και έχουν ζημιογόνες χρήσεις.  Αυτές αντιστοιχούν στο 43% του συνολικού κύκλου εργασιών και το 55% των απασχολούμενων κεφαλαίων και το 72% του καθαρού δανεισμού. Εδώ αναρωτιέται κανείς εάν το σημερινό επίπεδο των μή εξυπηρετούμενων δανείων ("έκθεσης" με τη νέα ορολογία) σε συνδυασμό με την κατακρύμνηση της διασφαλιστικής αξίας των ακινήτων εξ αιτίας της παράλογης φορολόγησής τους,  δικαιολογεί την ένταξη και των ίδιων των τραπεζών σε αυτή την κατηγορία.

Δημιουργούνται έτσι σοβαρές αμφιβολίες για τη δυνατότητα των συστημικών τραπεζών να κατευθύνουν αποτελεσματικά κεφάλαια στην οικονομία, χωρίς να αποκομίσουν ολιγοπωλιακά κέρδη. Αν και πρώτης όψεως το σχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης για επιδότηση επιτοκίου υφιστάμενων δανείων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων φαίνεται θετικό, η εμπειρία από παρόμοια προγράμματα στο παρελθόν θέλει τις τράπεζες να επανακοστολογούν τα δάνεια ώστε να καρπωθούν το μεγαλύτερο μέρος της επιδότησης. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό τα συναρμόδιαΥπουργεία να αναζητήσουν εναλλακτικές οδούς για την χρηματοδότηση των μικρομεσαίων είτε π.χ. με οχήματα ειδικού σκοπού ή με τη δημιουργία μίας κρατικής αναπτυξιακής τράπεζας στα πρότυπα της Γερμανικής KfW.

Σε αντίθεση π.χ. με την αγορά τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών όπου επικρατούν συνθήκες σφοδρότατου ανταγωνισμού μεταξύ ενός πολύ  μικρού αριθμού εταιρειών είναι προφανές ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει σήμερα στον χρηματοπιστωτικό τομέα στη χώρα μας. Η τόνωση του ανταγωνισμού μεταξύ των Τραπεζών με κάθε πρόσφορο μέσο πρέπει να αποτελέσει πρώτη προτεραιτότητα του οικονομικού επιτελείου. Σε κάθε περίπτωση η αποκατάσταση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς αποτελεί βασική προϋπόθεση ώστε να αξιοποιήσουμε ως χώρα τις πρόσφατες αποφάσεις "ποσοτικής χαλάρωσης" της ΕΚΤ. 

* Ο κύριος Βασίλης Μασσέλος είναι Πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Πλεκτικής & Ετοίμου Ενδύματος 

No comments:

Post a Comment