Μια φορά και έναν καιρό ζούσαν δύο αδέλφια. Ο ένας λεπτός, αθλητικός και πολύ εργατικός και ο άλλος τόσο χοντρός που δεν μπορούσε να εργασθεί λόγω κινητικών προβλημάτων. Ο λεπτός αδελφός τον ζούσε δουλεύοντας σαν σκυλί σε δύο δουλειές αλλά κάποια στιγμή ο χοντρός έτρωγε τόσο πολύ που τα χρήματα δεν έφθαναν. Ο χοντρός εξάντλησε τα όριά του στις κάρτες και κάποια στιγμή βρέθηκαν και οι δύο σχεδόν να μην έχουν να φάνε. Επικοινώνησαν με τον θείο στην Αμερική, που είχε αδυναμία στον χοντρό αδελφό, ο οποίος συμφώνησε να στέλνει χρήματα και μίλησε με την Τράπεζα ώστε να κουρευτεί το χρέος στις κάρτες κατά 70% υπό τον όρο ότι θα κάνουν δίαιτα.
Τελικά όμως τη δίαιτα την έκανε ο λεπτός ενώ ο χοντρός έκλεβε συστηματικά από το ψυγείο με αποτέλεσμα η σχέση βάρους μεταξύ τους όχι μόνο να μην βελτιωθεί αλλά να χειροτερεύσει υπέρ του χοντρού. Ο λεπτός, εξασθενημένος από την εξαντλητική δίαιτα, δεν μπορούσε να κρατήσει την δεύτερη δουλειά και τα πράγματα ήταν πλέον χειρότερα από πριν. Ο θείος από την Αμερική τα πήρε στο κρανίο γιατί όχι μόνο βοήθησε αλλά τα ακούει και από τον χοντρό που τον έστειλε στο διάολο. Τώρα ο χοντρός κοντεύει να τα τινάξει όλα στον αέρα με τη συμπεριφορά του και να πάρει στο λαιμό του και τον κακομοίρη τον αδελφό του ο οποίος τόσα χρόνια τον ζούσε.
Σε ένα εξαιρετικό του άρθρο στην Wall Street Journal (Greece's False Austerity, 23.5.2012) ο David Malpass εξηγεί τη διαφορά μεταξύ της λιτότητας στον ιδιωτικό τομέα (ο λεπτός, αθλητικός, παραγωγικός αδελφός) και στον δημόσιο (το κήτος που του έχει γίνει βάρος ασήκωτο). Ο συγγραφέας σημειώνει ότι το “λιτότητα ή ανάπτυξη” πρόκειται περί ψευδοδιλήμματος. “Η ανάπτυξη έρχεται μέσα από την οικονομική ελευθερία, την ύπαρξη υγιών κεφαλαίων, την ισχυρή διασφάλιση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων και μια αποτελεσματική δικαιοσύνη που λειτουργεί ως ανάχωμα στον κρατικό παρεμβατισμό. Οι επιχειρήσεις δεν θα επενδύσουν και δεν θα προσλάβουν προσωπικό σε οικονομίες όπου κυριαρχεί το κράτος. Άρα η λιτότητα στο κράτος είναι βασική προϋπόθεση για να έχουμε ανάπτυξη τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα”. Και συνεχίζει
“Η οικονομική επιστήμη συχνά αγνοεί την κρίσιμη διαφορά μεταξύ λιτότητας στο κράτος καθεαυτό και της λιτότητας που συχνά επιβάλλει το κράτος στον ιδιωτικό τομέα. Στην πρώτη περίπτωση κυβερνήσεις με ελλειμματικούς προϋπολογισμούς πρέπει να πουλήσουν πάγια στοιχεία, να περιορίσουν τις προσλήψεις και την δραστηριότητά τους στα απολύτως απαραίτητα. Αυτού του είδους η λιτότητα προάγει την ανάπτυξη. Στην περίπτωση της λιτότητας στον ιδιωτικό τομέα οι κυβερνήσεις επιβάλλουν νέους φόρους και περιορισμούς στον ιδιωτικό τομέα ενώ οι ίδιες διατηρούν το προσωπικό τους, τους μισθούς τους και τις συντάξεις τους. Αυτού του είδους η λιτότητα, που κυριαρχεί σήμερα στην Ευρώπη, είναι όντως ασύμβατη με την ανάπτυξη. […..] Η Ελληνική κυβέρνηση εφαρμόζει ιδιαίτερα επιθετικά το δεύτερο είδος λιτότητας. Ενώ ο ιδιωτικός τομέας συρρικνώθηκε σημαντικά, ο δημόσιος τομέας αυξήθηκε από το 49,6% του ΑΕΠ το 2010 στο 49,7% το 2011. Για να πετύχει αυτό το κακό αποτέλεσμα η κυβέρνηση αύξησε τον ΦΠΑ σε 23%, έναν κρυμμένο έμμεσο φόρο τον οποίο κανονικά δεν πρέπει να ζητούσε από κανέναν να τον πληρώσει ούτε να τον υποστηρίξει, και θέσπισε νέους φόρους στα ακίνητα οι οποίοι πρακτικά μεταφέρουν την κυριότητά τους από τους ιδιώτες στο κράτος και, μέσω αυτού, στους ξένους πιστωτές. Ταυτόχρονα η βουλή διατήρησε τους μισθούς που καταβάλλει με πλήρη προνόμια, τον στόλο ακριβών αυτοκινήτων, και το υπεράριθμο προσωπικό της. “
Το πρόβλημα είναι ότι ο μέσος Έλληνας δεν διαβάζει γενικώς, πολλώ δε μάλλον την Wall Street Journal. Γι’ αυτό και ψήφισε συντριπτικά υπέρ του να συνεχίζει να τρώει ανεξέλεγκτα ο χοντρός.
Τελικά όμως τη δίαιτα την έκανε ο λεπτός ενώ ο χοντρός έκλεβε συστηματικά από το ψυγείο με αποτέλεσμα η σχέση βάρους μεταξύ τους όχι μόνο να μην βελτιωθεί αλλά να χειροτερεύσει υπέρ του χοντρού. Ο λεπτός, εξασθενημένος από την εξαντλητική δίαιτα, δεν μπορούσε να κρατήσει την δεύτερη δουλειά και τα πράγματα ήταν πλέον χειρότερα από πριν. Ο θείος από την Αμερική τα πήρε στο κρανίο γιατί όχι μόνο βοήθησε αλλά τα ακούει και από τον χοντρό που τον έστειλε στο διάολο. Τώρα ο χοντρός κοντεύει να τα τινάξει όλα στον αέρα με τη συμπεριφορά του και να πάρει στο λαιμό του και τον κακομοίρη τον αδελφό του ο οποίος τόσα χρόνια τον ζούσε.
Σε ένα εξαιρετικό του άρθρο στην Wall Street Journal (Greece's False Austerity, 23.5.2012) ο David Malpass εξηγεί τη διαφορά μεταξύ της λιτότητας στον ιδιωτικό τομέα (ο λεπτός, αθλητικός, παραγωγικός αδελφός) και στον δημόσιο (το κήτος που του έχει γίνει βάρος ασήκωτο). Ο συγγραφέας σημειώνει ότι το “λιτότητα ή ανάπτυξη” πρόκειται περί ψευδοδιλήμματος. “Η ανάπτυξη έρχεται μέσα από την οικονομική ελευθερία, την ύπαρξη υγιών κεφαλαίων, την ισχυρή διασφάλιση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων και μια αποτελεσματική δικαιοσύνη που λειτουργεί ως ανάχωμα στον κρατικό παρεμβατισμό. Οι επιχειρήσεις δεν θα επενδύσουν και δεν θα προσλάβουν προσωπικό σε οικονομίες όπου κυριαρχεί το κράτος. Άρα η λιτότητα στο κράτος είναι βασική προϋπόθεση για να έχουμε ανάπτυξη τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα”. Και συνεχίζει
“Η οικονομική επιστήμη συχνά αγνοεί την κρίσιμη διαφορά μεταξύ λιτότητας στο κράτος καθεαυτό και της λιτότητας που συχνά επιβάλλει το κράτος στον ιδιωτικό τομέα. Στην πρώτη περίπτωση κυβερνήσεις με ελλειμματικούς προϋπολογισμούς πρέπει να πουλήσουν πάγια στοιχεία, να περιορίσουν τις προσλήψεις και την δραστηριότητά τους στα απολύτως απαραίτητα. Αυτού του είδους η λιτότητα προάγει την ανάπτυξη. Στην περίπτωση της λιτότητας στον ιδιωτικό τομέα οι κυβερνήσεις επιβάλλουν νέους φόρους και περιορισμούς στον ιδιωτικό τομέα ενώ οι ίδιες διατηρούν το προσωπικό τους, τους μισθούς τους και τις συντάξεις τους. Αυτού του είδους η λιτότητα, που κυριαρχεί σήμερα στην Ευρώπη, είναι όντως ασύμβατη με την ανάπτυξη. […..] Η Ελληνική κυβέρνηση εφαρμόζει ιδιαίτερα επιθετικά το δεύτερο είδος λιτότητας. Ενώ ο ιδιωτικός τομέας συρρικνώθηκε σημαντικά, ο δημόσιος τομέας αυξήθηκε από το 49,6% του ΑΕΠ το 2010 στο 49,7% το 2011. Για να πετύχει αυτό το κακό αποτέλεσμα η κυβέρνηση αύξησε τον ΦΠΑ σε 23%, έναν κρυμμένο έμμεσο φόρο τον οποίο κανονικά δεν πρέπει να ζητούσε από κανέναν να τον πληρώσει ούτε να τον υποστηρίξει, και θέσπισε νέους φόρους στα ακίνητα οι οποίοι πρακτικά μεταφέρουν την κυριότητά τους από τους ιδιώτες στο κράτος και, μέσω αυτού, στους ξένους πιστωτές. Ταυτόχρονα η βουλή διατήρησε τους μισθούς που καταβάλλει με πλήρη προνόμια, τον στόλο ακριβών αυτοκινήτων, και το υπεράριθμο προσωπικό της. “
Το πρόβλημα είναι ότι ο μέσος Έλληνας δεν διαβάζει γενικώς, πολλώ δε μάλλον την Wall Street Journal. Γι’ αυτό και ψήφισε συντριπτικά υπέρ του να συνεχίζει να τρώει ανεξέλεγκτα ο χοντρός.